Όταν ο Σαγκάλ έμαθε να πετάει. Από την Εικόνα στην Πρωτοπορία
26 Μαΐου - 10 Οκτωβρίου 2004
Λιμάνι της Θεσσαλονίκης (Αποθήκη Β1)
Ολοκληρώθηκε η έκθεση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης «Όταν ο Σαγκάλ έμαθε να πετάει. Από την Εικόνα στην Πρωτοπορία», η οποία λόγω της εξαιρετικής της επιτυχίας και του υψηλού εκπαιδευτικού και καλλιτεχνικού της ενδιαφέροντος, είχε παρατείνει τη διάρκεια της ως τις 10 Οκτωβρίου.
Στο πλαίσιο της επανασχεδίασης της έκθεσης, οργανώθηκε νέο εκπαιδευτικό πρόγραμμα, που απευθυνόταν σε μαθητές όλων των βαθμίδων. Στόχος του εκπαιδευτικού προγράμματος είναι τόσο η εξοικείωση των μαθητών με τις εικονογραφικές και συμβολικές σχέσεις ανάμεσα στην αγιογραφία και τη μοντέρνα ευρωπαϊκή τέχνη, όσο και η επαφή τους με τα στάδια επεξεργασίας και τα υλικά κατασκευής ενός έργου τέχνης μέχρι την ολοκλήρωσή του, με άξονα τον πίνακα του Μαρκ Σαγκάλ, Commedia dell' Arte και τα 14 προσχέδιά του.
Η έκθεση, ανανεωμένη και με έμφαση στις σχέσεις της βυζαντινής τέχνης με τις κατακτήσεις των καλλιτεχνών της Πρωτοπορίας, επαναλειτούργησε στις 4 Σεπτεμβρίου, στην αίθουσα του ΚΜΣΤ στην Αποθήκη Β1 στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης.
Ξεναγήσεις
Μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό γνώρισαν οι προγραμματισμένες δωρεάν ξεναγήσεις, που διοργάνωσε το Μουσείο στο πλαίσιο της έκθεσης, κάθε Τετάρτη 19.00 - 20.00 και κάθε Κυριακή 12.00 - 13.00. Σε αυτές προσφερόταν η δυνατότητα δημιουργικής απασχόλησης των παιδιών 6-12 ετών με εικαστικές δραστηριότητες.
Επιπλέον, το ΚΜΣΤ επιθυμώντας να μετατρέψει μία απλή επίσκεψη σε ένα μουσειακό χώρο σε εμπειρία ευχάριστη και δημιουργική, πραγματοποίησε κάθε κυριακή το ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα απευθυνόμενο σε παιδιά ηλικίας 8-12 ετών. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα ξεκινούσε στις 13.00 και είχε διάρκεια μίας περίπου ώρας.
Η έκθεση «Όταν ο Σαγκάλ έμαθε να πετάει. Από την Εικόνα στην Πρωτοπορία» βασίζεται σε μία πρωτότυπη σύλληψη της κ. Snejanka Bauer, επιμελήτριας του μουσείου Εικόνων της Φρανκφούρτης: επιχειρεί να μας δείξει πως επηρεάστηκαν οι καλλιτέχνες του 20ού αιώνα από τον πνευματικό χαρακτήρα και τη μορφή, τόσο των θρησκευτικών εικόνων, όσο και από τη λαϊκή τέχνη, όπως αυτή εκφράζεται στα lubki (τυπωμένες και επιζωγραφισμένες εικόνες με θρησκευτικά θέματα αλλά και με θέματα από την καθημερινή ζωή και την πολιτική επικαιρότητα). Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει ερευνητικά και το Κρατικό Μουσείο, το οποίο έχει διοργανώσει, πριν από δύο χρόνια περίπου, δύο παγκόσμια συνέδρια τα οποία ασχολήθηκαν με τις σχέσεις της βυζαντινής τέχνης με τη ρωσική πρωτοπορία.
Τα έργα της έκθεσης
Στην έκθεση παρουσιάστηκαν 140 περίπου έργα ζωγραφικής, χαρακτικά σχέδια και βιβλία, από καλλιτέχνες όπως οι Marc Chagall, Kazimir Malevich, Vladimir Maiakovski, Vassily Kandinsky, Mikhail Larionov, El Lissitzky, Alexandra Exter, Lyubov Popova, Ivan Klyun, Alexander Rodshenko, Alexei von Javlensky, Kuzma Petrov - Vodkin, Natalia Goncharova, Ivan Kudriashev, Ivan Morgunov, μαζί με ρωσικές εικόνες και lubki (λαϊκά τυπώματα), με τέτοιο τρόπο που οδηγούν το βλέμμα του θεατή στους ανάλογους συσχετισμούς : σε θέματα μορφής, χρήσης του χρώματος, δομής, λειτουργίας του φωτός, αλλά και οργάνωσης της σύνθεσης.
Έργα της Ρωσικής Πρωτοπορίας από τη Συλλογή Κωστάκη και θρησκευτικές εικόνες του Μουσείου Εικόνων αποτέλεσαν τον πυρήνα των εκθεμάτων. Για την πραγματοποίησή της εξασφαλίστηκαν επιπλέον δάνεια από σημαντικά μουσεία της Ευρώπης, όπως το Thyssen-Bornemisza της Μαδρίτης, και συγκεκριμένα το έργο του Μαρκ Σαγκάλ, O Κόκορας του 1929, το Κρατικό Ιστορικό Μουσείο της Μόσχας, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ρωσίας στην Πετρούπολη, το Kupferstichkabinett του Βερολίνου, καθώς και από ιδιώτες συλλέκτες.
Commedia dell' Arte
Από το ίδρυμα Adolf und Luisa Hauser της Φραγκφούρτης η έκθεση φιλοξένησε το εντυπωσιακό έργo του Μαρκ Σαγκάλ με τίτλο Commedia dell' Arte, διαστάσεων 255 x 400 εκ., καθώς και 14 μεγάλων διαστάσεων προσχέδιά του.
Το έργο δημιουργήθηκε από τον Σαγκάλ το 1959, κατά παραγγελία του τότε επικεφαλής του πολιτιστικού τομέα του Δήμου Φρανκφούρτης Δρ. Καρλ Βον Ραθ για το φουαγιέ του νέου κτιρίου του Θεάτρου της πόλης. Ο τίτλος «Commedia dell' Arte» δόθηκε από τον ίδιο τον Σαγκάλ. Σε μία συζήτηση με τον Βον Ραθ, ο καλλιτέχνης δήλωσε ότι ο επισκέπτης του θεάτρου «θα βρει στον πίνακα τη συνέχεια αυτού που είδε επί σκηνής».
Ιπτάμενοι άνθρωποι πάνω από στέγες, ζώα και αντικείμενα που αιωρούνται ο ένας μέσα και μαζί με τον άλλο, πάνω και κάτω από τον άλλο. Απελευθερωμένοι από το σωματικό βάρος γλιστρούν πάνω από σκεπές, ποτάμια και πόλεις.
Αγιογραφία και πρωτοπορία
Όταν οι καλλιτέχνες της Δυτικής Ευρώπης, όπως ο Γκογκέν, ο Πικάσο και ο Μανέ αναζητούν την ύψιστη αλήθεια στην απλότητα της πρωτόγονης τέχνης, την ίδια εποχή οι Ρώσοι πρωτοπόροι καλλιτέχνες ανακαλύπτουν τη δική τους πηγή έμπνευσης στην αγιογραφία και την παραδοσιακή τέχνη.
Ο ίδιος ο Σαγκάλ έχει εξηγήσει τον τρόπο που διαμορφώθηκε το προσωπικό του ενδιαφέρον για τη Βυζαντινή τέχνη, όπως αυτή αποτυπώνεται στη Ρωσική εκδοχή της:
«Στη Ρωσία επικρατούσαν δύο καλλιτεχνικές παραδόσεις: η λαϊκή και η θρησκευτική. Επιθυμούσα μία τέχνη για την ψυχή, όχι μόνο για το πνεύμα. Είχα την καλή τύχη να προέρχομαι από λαϊκούς ανθρώπους. Όμως η λαϊκή τέχνη, παρά το γεγονός ότι πάντα μου άρεσε, δε με ικανοποιούσε. Ήταν πολύ «κλειστή». Απέκλειε τη λεπτότητα του πολιτισμού. Και εγώ έκλινα προς την εκλεπτυσμένη έκφραση, τον πολιτισμό. Η εκλεπτυσμένη τέχνη της γενέτειράς μου ήταν η θρησκευτική. Αναγνώρισα την ποιότητα κάποιων εξαίσιων δημιουργημάτων που ανήκουν στην παράδοση της αγιογραφίας -για παράδειγμα το έργο του Ρουμπλιόφ. Αυτή όμως κατ' ουσία ήταν θρησκευτική, ορθόδοξη τέχνη, και ως τέτοια παρέμενε ξένη προς εμένα. Για μένα ο Χριστός ήταν ένας μεγάλος ποιητής, η ποιητική διδασκαλία του οποίου ξεχάστηκε από τον σύγχρονο κόσμο».
Για τη σχέση των καλλιτεχνών της ρωσικής πρωτοπορίας με τις εικόνες η Verena Krieger, ερευνήτρια στο πανεπιστήμιο της Στουτγάρδης, γράφει: «Οι καλλιτέχνες της ρωσικής πρωτοπορίας ήταν σαγηνευμένοι από την παλαιορωσική αγιογραφία. Θεωρούσαν πως αποτελούσε το αντίβαρο στο νατουραλισμό της σύγχρονης δυτικής τέχνης, τον οποίο περιφρονούσαν και τους πρόσφερε, με το φαινομενικό «πρωτογονισμό» της, έμπνευση για μία ριζικά καινούρια σύγχρονη τέχνη.».
Η έκθεση παρουσιάστηκε από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο του 2004 στο Μουσείο Εικόνων στην Φραγκφούρτη με εξαιρετική επιτυχία, τόσο από άποψη προσέλευσης κοινού, όσο και από τις κριτικές που δημοσιεύτηκαν στο γερμανικό τύπο.
Ο κατάλογος
Ο κατάλογος που συνοδεύει την έκθεση είναι τρίγλωσσος (ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά) και αριθμεί 300 σελίδες. Έχει πλούσια εικονογράφηση και θεωρητικά κείμενα, που τεκμηριώνουν τη σχέση των θρησκευτικών εικόνων με τα λαϊκά τυπώματα και την επίδραση που δέχτηκαν οι καλλιτέχνες της πρωτοπορίας, όπως οι Σαγκάλ, Μαλέβιτς, Γιαβλένσκυ, Ποπόβα, Γκοντσάροβα, Λαριόνοφ, Τάτλιν κ.α. από τις παραδοσιακές αυτές μορφές τέχνης.
To συντονισμό της έκθεσης στη Θεσσαλονίκη είχε ο Διευθυντής του Κ.Μ.Σ.Τ., Μιλτιάδης Παπανικολάου και η επιμελήτρια του Κ.Μ.Σ.Τ., Συραγώ Τσιάρα.